Τετάρτη 28 Απριλίου 2010

κάρμα πολίς.

arrest this man.

έπρεπε να λυγίσει κάποτε το χαμίνι, έτσι δεν είναι?πάμε. για όλα όσα μου πέσαν κατακούτελα ξαφνικά κι αποβραδίς, ανήμερα στα υπέρτατα εξηκοστά γενέθλια του μπαμπά μου. και είναι πολλά, παίδες. όχι τα εξήντα του πατρός, μα αυτά που μου πέσαν κεραμίδα και με κάνουν να κουλουριάζομαι σε fetal position στο πάτωμα του σπιτιού μου δίπλα στην πόρτα και να καπνίζω φουγαρικά και δακρύβρεχτα με τον γαμημένο από την αρρώστια λαιμό μου. πάμε λέμε. [κλάμα mode on]

και το κορίτσι μου είναι μακριάά, πολύ μακριά, και το κορίτσι μου μου λείπει (δε ξέρω ποιο από τα δύο "μου" παίρνει τόνο, μάλλον το δεύτερο, αλλά δε τον βάζω όπως και να χει) και ναι, θα με πείτε λεσβία ή μάλλον κρυφολεσβία, αλλά ποσώς ενδιαφέρθηκα, παιδάκια μου, γιατί το κορίτσι μου κι εγώ έχουμε μια σχέση τόσο αληθινή που ακόμα κι όταν κάνουμε πλάκα ότι "θα τα φτιάξω με άλλη όσο λείπεις", εγώ πάλι άσχημα αισθάνομαι, γιατί το κορίτσι μου είναι ένα και μοναδικό στη ζωή μου, είσαι το κουτί με τα μυστικά μου, κύριε χάρη, είσαι το κομμάτι της ψυχής μου που μου το έσκασε και μπήκε μπάλωμα παράταιρο στη δική σου. και έλα να βάλουμε ένα στοίχημα για το πόσοι από αυτούς που θα διαβάσουν το κείμενο θα ψαρώσουν αρχικά με αυτό το "κύριε χάρη", γιατί μόνο εσύ κι εγώ και ο επονομαζόμενος το έχουμε ζήσει στην απόλυτη έκτασή του, μικρό μου τσιρτσίφι.

και κάπου εδώ φυσικά η έμπνευση τελειώνει, το mode γυρνάει και κλείνουμε την αγκύλη με [κλάμα mode off], αν και θα μπορούσα να είχα γράψει απλώς [κλάμα] και να το κλείσω με [/κλάμα], αλλά δε νομίζω ότι είναι επί της ουσίας και έχω μια αίσθηση ότι μακρηγορώ και παρεκκλίνω. αλλά η αλήθεια είναι ότι αλλιώς ξεκίνησε το κείμενο, άλλες λέξεις κι άλλα ονόματα παραμιλούσα μέσα στα αναφιλητά και τους λυγμούς της κλαφτικής μου παράκρουσης και για άλλον άνθρωπο κατέληξα να μιλάω. και αυτό μάλλον επιβεβαιώνει το πόιντ της προηγούμενης ανάρτησής μου που αφορά τη φιλία και τον έρωτα. end of story, δεν επεκτείνομαι.

εσείς οι έξι που θα το διαβάσετε (δεν είχα ποτέ την αυταπάτη ότι διαβάζομαι από περισσότερους, θα ήταν ουτοπικό, αναληθές και ψωνίστικο), do me the favour και μη με ρωτήσετε όταν με δείτε. ή μάλλον αν θέλετε ρωτήστε με, αλλά να ξέρετε ότι μπορεί και να μην σας απαντήσω. γιατί ο γιαλός όχι μόνο στραβός είναι, αλλά έχει φέρει τούμπα και έχει γυρίσει ανάποδα, κι άντε να γαντζωθείς εσύ από την άμμο μπας και κρατηθείς και δε πέσεις. πες μου, μπορείς?

άντε cheerioz.

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

~κι αυτό που κάνω ποιος σου το πε αδυναμία~

Τελικά ίσως τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά από όσο φανταζόμαστε ή από όσο εμείς οι ίδιοι τα περιπλέκουμε. Με ένα απλό, αληθινό κι ανθρώπινο "μου λείπεις, μου λείπει ο κολλητός μου, ο καλύτερός μου φίλος" έχεις ξεμπερδέψει. Γιατί ναι, μπορεί ο έρωτας να είναι το απόλυτο συναίσθημα, στο λέω εγώ που τον έχω βιώσει σε πολλές και διάφορες πτυχές που συνδυάζονται με πόνο, έκσταση, απελπισία ή ευτυχία, αλλά η αγνή και ουσιώδης φιλία μάλλον τελικά είναι ένα σκαλοπάτι πιο πάνω.
Δεν έχει νόημα, ρε. Δεν υπάρχει λόγος να χάσεις έναν άνθρωπο από τη ζωή σου επειδή δεν σου έκατσε ερωτικά. Όταν ο άλλος έχει τόσα πολλά πράγματα να σου δώσει σε επίπεδο φιλικό, θα το χαρακτήριζα τουλάχιστον αχαριστία να τον διαγράψεις και να μην τα δεχτείς λόγω ερωτικού εγωισμού. Και η στιγμή που θα το καταλάβεις αυτό έρχεται τελείως αναπάντεχα, πίστεψέ με, τελείως απρόσμενα, την ώρα που περπατάς στη διάβαση και ξαφνικά πετάγεται μέσα στο κεφάλι σου ένα μικροσκοπικό, χρωματιστό ανθρωπάκι και σου ουρλιάζει "ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ?"
Κι εσύ κάνεις μεταβολή επιτόπου, ξαναπερνάς τη διάβαση, οι άνθρωποι που σε κοιτάξανε στην καμάρα και σε ξαναβλέπουνε μέσα σε 2 λεπτά να πηγαίνεις στην αντίθετη κατεύθυνση σε θεωρούνε το λιγότερο τρελό, αλλά δε σου καίγεται καρφί, κι ας πολλές φορές αναρωτήθηκες για το πόσο γεμάτη και περίπλοκα υφασμένη ζωή μπορεί να έχει ο τυπάς με το χρυσό παπούτσι που περνά από δίπλα σου ή η κοπελίτσα με τα κόκκινα κοκκάλινα γυαλιά στο λεωφορείο ή ο μαν που την αράζει στα σκαλάκια στην καμάρα και πίνει μπύρες κοιτώντας το κενό. Δε σε νοιάζουν αυτή τη στιγμή, γιατί δεν είναι μέρος της δικής σου ζωής, εσύ έχεις βάλει πλώρη για να αντιμετωπίσεις έναν άνθρωπο που βρίσκεται όντως στη ζωή σου, και περπατώντας μικραίνεις την πρακτική απόσταση μεταξύ σας και σκεπτόμενος αυτά που θα του πεις σε λίγο ελαχιστοποιείς την τερατώδη απόσταση που έχει δημιουργηθεί ανάμεσά σας νοητικά, λόγω παρεξηγήσεων, διαφορετικών "θέλω", έρωτα και αμηχανίας. Και ναι, μάγκα μου, η νοητική απόσταση είναι τρισχειρότερη από οποιαδήποτε απόσταση μπορεί να μετρηθεί σε χιλιόμετρα. Την έχει, πώς το λένε, της την λέει άσχημα.

Ρ. : μου λείπεις. μου λείπει ο κολλητός μου, ο καλύτερός μου φίλος.
Γ. : το είπα και στον Χ. , περνάω λούκι αυτόν τον καιρό.
Ρ. : δε μιλάω γενικά, μιλάω για εσένα κι εμένα και την αμηχανία που υπάρχει μεταξύ μας. και το γεγονός ότι ξέρω ότι περνάς λούκι και δεν είμαι εκεί για σένα με πληγώνει. μπορούμε να τραβήξουμε ένα τεράστιο χι στα πάντα και να γίνουμε πάλι οι καλύτεροι φίλοι του κόσμου?

*χαμόγελο, ανοιχτή αγκαλιά, η απόσταση εκμηδενίστηκε*

Γ. : άντε, πάμε να παίξουμε τώρα. (προ. άντρες. πεταμένα λεφτά.)

*αγκαλιά μαζί μέσα από την πόρτα, κι όλα τα πράγματα έλκονται από έναν τιτανοτεράστιο μαγνήτη για να μπουν στη σωστή τους θέση. όπως ήταν παλιά. όπως είναι το πρέπον.*

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Φταίνε τα τραγούδια, λέει. Φταίνε όμως?

Για αρχή πρέπει να ξεκαθαριστεί το εξής fact: Το συγκεκριμένο μπλογκί δημιουργήθηκε μέσα σε περίοδο ερωτικής αναστάτωσης και συνεπώς ψυχολογικής κατάρρευσης και φθοράς. Κατ' επέκτασιν, το πιθανότερο σενάριο είναι οι πρώτες τουλάχιστον αναρτήσεις να έχουν παρεμφερές σενάριο. Και για να σταματήσω τα πολύ εκλεπτυσμένα λόγια γιατί δε μου πάνε, όπως και να το κάνεις, οι αναρτήσεις κατά 99% θα είναι γεμάτες ζουζουνιές, κλαψομούνιασμα, θυμό, βρισίδια, απόγνωση, διαδικτυακές φωνές και κλάματα. Θα βγάζω το άχτι μου, ρε παιδί, αφού δε μπορώ να το βγάλω στον άλλον. Γιατί? Ε, γιατί ο συγκεκριμένος θα φρικάρει τόσο που θα φύγει κολυμπώντας για την Κούβα. Αντιληπτόν? Όμορφα. Ενιγουεη, ετούτο το παραγραφόνι ήταν ένας πρόλογος. Στο θέμα μας τώρα. Ασάπ.

Τα τραγούδια, λοιπόν.
Όταν είσαι ερωτευμένη όλα τα τραγούδια μιλάνε για εκείνον. Έλα τώρα που δεν το έχεις σκεφτεί ποτέ. Μπούρδες. Μέσα στο μικρό χαζό μας κεφάλι, που το σπουδαιότερο και συγχρόνως χειρότερο - πιο ψυχοφθόρο/κουραστικό/ψυχαναγκαστικό έργο που επιτελεί είναι η ρημάδα η ΣΚΕΨΗ, όλοι οι στίχοι μιλάνε για εκείνον. Ακόμα και το ελεεινότερο τραγούδι του Χατζηγιάννη, ακόμα και η πιο fail μπουζουκοσκυλιά της Κοκκίνου. Ακόμα και Σφακιανάκη θα ακούσεις και θα νταλκαδιάσεις και θα ταυτιστείς γιατί "βγάζει την ψυχή του ο μαν, ρε, το νιώθει το τραγούδι και το ζει." Όλα θα βρουν ένα τρόπο να τρυπώσουν στα στενά του μυαλού σου και να βρουν το σωστό δρόμο που οδηγεί στη σύνδεση με το πρόσωπο. Φαντάσου το μυαλό σου σαν ένα λαβύρινθο, με μια τεράστια πινακίδα στο κέντρο, με το όνομά της αγάπης σου γραμμένο με θεόρατα νέον κεφαλαία γράμματα που αναβοσβήνουν. Μπίνγκο, εδώ είμαστε. Α, και κάνε και μια τρελή μαντεψιά για το πόσα κιλά σκατά μπορεί να υπάρχουν στο λαβύρινθο μέχρι να φτάσει κανείς στο κέντρο. Α να γεια σου, τώρα καταλαβαινόμαστε.
Και καταλήγεις να μην μπορείς να ακούσεις ραδιόφωνο στο λεωφορείο, γιατί δε μπορεί, σίγουρα θα πέσεις πάνω στο "it must have been love", θα σιγομουρμουρίσεις με πάθος "ανόητες αγάπες, ανόητα φιλιά, λόγια λόγια λόγια ψεύτικα", θα συμπονέσεις και θα σου φύγει το δακράκι ακόμα και με το "bad romance" της lady gaga, το οποίο παρεμπιπτόντως κατ' εμέ είναι και γαμώ τα τραγούδια, αλλά δεν έχει να λέει αυτό.
Και διερωτώμαι εγώ, λοιπόν, το εξής: Γιατί το κάνουμε αυτό στον εαυτό μας? Γιατί τον αναγκάζουμε να πονάει, γιατί συνδυάζουμε τα πάντα με αυτόν που μας πονάει, αυτόν που μας παιδεύει, αυτόν που δεν έχουμε, αυτόν που είχαμε και χάσαμε, αυτόν που μας έριξε πιστόλα, αυτόν, αυτόν, αυτόν? Γιατί δε μπορούμε να ακούσουμε μουσική χωρίς να γίνουμε ένα με το πάτωμα, για να πρέπει μετά να έρθει η κολλητή μας στο σπίτι να μας μαζέψει με το κουταλάκι γιατί εμείς θα έχουμε γίνει μια άμορφη μάζα, πάντα πιστοί στο άσμα "καίγομαι και σιγολιώνω"?
Δεν βγάζω τον εαυτό μου στην απέξω. Αντιθέτως έχω πρωταγωνιστικό ρόλο στο θέατρο αυτό του παραλόγου και κρατάω με λυσσασμένο πείσμα τα ηνία. Και η αλήθεια είναι ότι έχω στο μυαλό μου δύο τρεις απαντήσεις στο ερώτημα που θέτω. Απλώς μου αρέσει να στοχάζομαι και να διερωτόμαι. Σε κάνει να φαίνεσαι πολύ κουλ και σκεπτόμενος. ΓΚΕΓΚΕ?

Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

Τι τίτλος με λες τώρα κι εσύ

Θέλεις να σου πω κάτι? Μετά από δυόμισι λίτρα μπύρα το πρώτο μα πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό να σου πω είναι το εξής: είσαι τόσο ερωτευμένος μαζί μου που δεν ξέρεις πώς να αντιδράσεις. Το υποσυνείδητό σου σου παίζει τρελά παιχνίδια, ψηλέ, κι εγώ είμαι τόσο μεθυσμένη που αύριο θα τσεκάρω τρέμοντας την ορθογραφία τούτης της ανάρτησης. Και ξες και κάτι άλλο? Να στο πω εγώ ρε μάγκα μου, μιας και μόνος σου βολεύεσαι με την εκδοχή του "σηκώνομαι από την καρέκλα μου, ανοίγω την πόρτα του μαγαζιού και φεύγω χωρίς μια γαμημένη κουβέντα, ένα ρημαδιασμένο καληνύχτα". Αυτό λοιπόν που ήθελα να σου πω ήδη το ξέχασα, αλλά το γεγονός αυτό είναι που κάνει τη συγκεκριμένη ανάρτηση όσο πιο αληθινή γίνεται. Γιατί σ'αγαπάω με όλο μου το είναι, και με όλους τους τρόπους που θα μπορούσες να αγαπηθείς, αλλά συγχρόνως με τσατίζεις και με εκνευρίζεις τόσο πολύ που θέλω να σου σπάσω το κεφάλι, ναι, είναι η φράση που χρησιμοποιώ πολύ συχνά για την πάρτη σου τον τελευταίο καιρό. Μπαϊ δε γουέη, η πάρτη γράφεται με ήτα, όχι με ύψιλον, άλλο πράγμα είναι η πάρτη και άλλο πράγμα το πάρτυ, λιβ γουιθ ιτ και ξεπεράστε το επιτέλους. Θέλω λοιπόν, επιστρέφοντας στο θέμα μας, να σου σπάσω το κεφάλι, γιατί δεν είναι αντίδραση ώριμου ανθρώπου αυτή που έχεις. Κανένας άνθρωπος δεν σηκώνεται, ανοίγει την πόρτα και φεύγει, το καταλαβαίνει αυτό το ξερό σου το κεφάλι? Ένας άνθρωπος που τρέφει καθαρά φιλικά αισθήματα για τον άλλον δεν αντιδρά έτσι φρικαρισμένα, δεν σηκώνεται να φεύγει, δεν εξαφανίζεται και στην τελική δεν υποκύπτει στον πειρασμό του ερωτικού. Το καταλαβαίνει αυτό το όμορφό σου κατ' εμέ το κεφαλάκι με τις αξιαγάπητες τσακίσεις στα μάτια όταν γελάς? Καταλαβαίνεις? Όχι, δεν καταλαβαίνεις, γιατί δεν θέλεις να καταλάβεις, φοβάσαι να καταλάβεις, φοβάσαι να παραδεχτείς. Και κατά βάση φοβάσαι να νιώσεις, φοβάσαι να αισθανθείς, να αφεθείς. Με το ζόρι κρατιέμαι να μην αρχίσω να γράφω κεφαλαία και να φωνάζω ιντερνετικά, αλλά ας κρατήσουμε, λέγω ένα επίπεδο, ας διατηρήσουμε εμείς την ψυχραιμία μας, αφού τα αρσενικά αυτού του έρημου πλανήτη μοιάζουν ανήμπορα να το κάνουν. Και στην τελική, ρε ψηλέ, να σου πω και κάτι ακόμα? Εγώ την έφαγα την παντόφλα από εσένα, εγώ θα έπρεπε να αντιδρώ φρικαρισμένα, ή να χρειάζομαι το χρόνο μου, ή να νιώθω την ανάγκη να ανοίγω την πόρτα και να φεύγω ή δε ξέρω κι εγώ τι άλλο. Πότε αντιστράφηαν οι ρόλοι και το χαμίνι δε το πήρε πρέφα? Συγκεντρώσου, καμάρι μου, γιατί δε μας βλέπω καλά. Α, και ένα πράγμα τελευταίο, ακόμα. Όταν θα σε κολλήσω στον τοίχο και θα νιώσεις την αύρα μου σε απόσταση χιλιοστών από τα χείλη σου, μετά έλα να μου πεις ότι η καρδιά σου δεν έγινε ραλίστας. Σε έχω νιώσει αγοράκι, αυτή η καργιολίτσα η καρδιά όλα τα προδίδει. Θυμήσου Φλεβάρη. Άντε και καληνύχτα σου, που θα μου το παίξεις μάγκας και κουλαρισμένος. Δεν αντέχεις ρε ψηλέ μακριά μου, κατάλαβέ το επιτέλους.