Κόμπος στο στήθος, κόμπος στο λαιμό, κόμπος στο στομάχι. Θα περάσει κι αυτό. Άλλα κι άλλα φάγαμε, εδώ θα κολλήσουμε? Prost.
Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Έτσι, γιατί πολλά μας τα πες.
Κι όταν πια καταλαβαίνω πως δεν είμαι πια εγώ, εκεί ανοίγω την πόρτα και αποχωρώ. Γιατί εγώ είμαι το μόνο που έχω, στο τέλος. Κι αν δε το έχω, δεν έχω τίποτα.
Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011
Είσαι ανόητη, αλλά τουλάχιστον έχεις επίγνωση αυτού*
-Πώς είσαι?
-Καλά.
-Πώς τα βλέπεις?
-Πώς τα βλέπεις?
-Θολά. Χαστούκια να μου σκάσεις θα μου μοιάζουν φιλιά.
Και τι να κάνεις, δα, όταν είσαι μοναχά 22? Να μην πας όπου σε παίρνει το ρέμα? Να μην πας με την καρδιά? Να μην κάνεις όπως νιώθεις, κι ας ξέρεις ότι αυτό σε υποβιβάζει?
Να μην πας, είναι η σωστή απάντηση. Μα ποιος δεν πήγε, γαμώ το στανιό μου, στα 22 του?
Ποιος γαμώ?
Ακόμα με επεξεργάζομαι, συμπαθάτε με. Ιδέα δεν έχω τι μου γίνεται.
Αϊντε γειά μας.
Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011
Δεν έχω τίτλο να σας δώσω, ίσα που το ξέχασα κιόλας
Φαντάσου τις σκέψεις σου σαν μικρά τετράγωνα χαρτάκια κομμένα από σχολικό τετράδιο. Από τετράδιο με μαύρες οριζόντιες γραμμές, όπου κάθε σκέψη σου είναι γραμμένη με όμορφα γράμματα, αυτοτελής και περιεκτική.
Τώρα φαντάσου ότι τα χαρτάκια αυτά βρίσκονται μέσα σε μια δίνη αέρος. Στροβιλίζονται και χορεύουν, πετούν δεξιά κι αριστερά σε αέναη κίνηση. Κι εσύ στέκεσαι από πάνω και προσπαθείς να τα πιάσεις με τα ακροδάχτυλά σου. Δεν κάνει να τα γραπώσεις, δεν πρέπει να τσαλακωθούν. Πρέπει να τα πιάσεις απαλά με τις άκρες των δαχτύλων σου, σχεδόν σαν να τα χαϊδεύεις.
Δεν χρειάζεται καν να τα πιάσεις όλα, ένα αρκεί. Μία σκέψη είναι προς το παρόν αρκετή, μια σκέψη οδηγός που θα σε καθησυχάσει και θα σου δείξει την αρχή του μονοπατιού, θα σε διαβεβαιώσει ότι ξέρεις πού πηγαίνεις.
Μα τα χαρτάκια όλο πετούν, γυροφέρνουν περιπαικτικά γύρω από το κεφάλι σου κι ακόμα δεν μπορείς να τα πιάσεις. Μπορείς κάπου κάπου να διαβάσεις λιγάκι από το τί γράφουν, καθώς έρχονται κοντά στα μάτια σου ίσαμε για ένα λεπτό, ίσαμε να ξεχωρίσεις δυό λέξεις και την αρχή μιας πρότασης κι έπειτα χάνονται ξανά. Και μένεις με τη γενική ιδέα, με αδόμητες και παράταιρες σκέψεις που σου ταλανίζουν το μυαλό.
Θα ησυχάσει η δίνη κάποια στιγμή, δεν μπορεί. Έτσι δεν είναι?
ps: Tο ότι ξέρω πως απόψε δεν θα χτυπήσεις την πόρτα μου δεν σημαίνει ότι παύω να ελπίζω και να εύχομαι να το κάνεις. O ρομαντισμός είναι γαντζωμένος στην ψυχή μου, κρατιέται με νύχια και με δόντια, όσο κι αν έχω προσπαθήσει να τον διώξω. Εκεί ο ρημάδης, εκεί ό,τι και να γίνει. Κι ας μην έχει, σκεπτικοί και δύσπιστοι φίλοι μου, ο έρωτας καμία σχέση με όλο αυτό.
Τις καληνύχτες μου, για άλλη μια φορά.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)